• HOME+ENTERTAINING
  • VIDEOS
  • LIFE+STYLE
  • INTERVIEWS+MORE
  • ABOUT
  • KEEP IN TOUCH
Menu

Sandy Tsantaki

Street Address
Athens
Phone Number

Sandy Tsantaki

  • HOME+ENTERTAINING
  • VIDEOS
  • LIFE+STYLE
  • INTERVIEWS+MORE
  • ABOUT
  • KEEP IN TOUCH

Διαμαντής Αϊδίνης: «Δεν με ενοχλεί τόσο η Αθήνα, όσο οι άνθρωποι της»

June 8, 2015 Sandy Tsantaki

Ο Διαμαντής Αϊδίνης δεν συνηθίζει να επαναλαμβάνεται. Κάθε καινούργια έκθεση έχει μια καινούργια ιστορία να αφηγηθεί, με άλλα μέσα κάθε φορά, άλλα υλικά, άλλες φόρμες. Είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους καλλιτέχνες της γενιάς του. Στη δεκαετία του '80 αναμείχθηκε με το κίνημα της Transavantguardia στην Ιταλία και συνεργάστηκε με ιταλικά περιοδικά όπως το Frigidaire και το Nuova Ecologia. Στην Ελλάδα συνεργάστηκε με τη Βαβέλ, το Κλικ και το Τέταρτο, βάζοντας παράλληλα την υπογραφή του σε εικονογραφήσεις βιβλίων, αφίσες και εξώφυλλα δίσκων. Το 1979 έστησε την πρώτη του ατομική έκθεση στη Ρώμη. Με αφετηρία τη Διαμαντούπολη στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη, μια ολόκληρη φανταστική πόλη, τον φανταζόμαστε να χτίζει και να γκρεμίζει, ξανά και ξανά. «Pupo per Οddo», ο τίτλος της τρισδιάστατης, «χειροποίητης» έκθεσης. Ευκαιρία να μιλήσουμε για μια φανταστική και μια πραγματική πόλη, κόντρα στη μαζική κουλτούρα και τη σοβαροφάνεια. Με διανομή ρόλων για όσους προτιμούν τον ρόλο του Σούπερμαν από «το να περπατούν με γαλότσες και να σκοτώνουν μυρμηγκάκια»...

- Πώς προέκυψε ο τίτλος της έκθεσης «Pupo per Οddo»;

- Είναι ένα μυστήριο αυτό, σαν ένα κλείσιμο ματιού, ένας φόρος τιμής στον πεθερό μου, ο οποίος υπήρξε μεγάλος μοντελιστής στην Ιταλία. Θυμάμαι όταν έμπαινα στο δωμάτιό του, έβλεπα έναν άνθρωπο 85 χρόνων να κυλιέται στο χαλί και να παίζει με τρενάκια... Υπήρξε πολύ καλός σχεδιαστής, και είναι κάτι που κράτησα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου. Ήμουν νιόπαντρος, δεν είχα και την καλύτερη σχέση με τον πεθερό μου... Αργότερα όταν είδα τα δικά μου, μεγάλωσα, ένιωσα μεγάλη συγκίνηση, βρήκα αρχεία, τη διπλωματική του που είχε κάνει στην Αυστρία, κατάλαβα ότι του χρωστάω κάτι. Εκτός από το ότι έχω παντρευτεί την κόρη του...

- Γιατί μια φανταστική πόλη και μάλιστα τρισδιάστατη;

- Ήθελα να βγάλω την εκτίμησή μου γι' αυτόν πολύ σιωπηλά. Η ανδρική παιδικότητα είναι κάτι που ενοχλεί φοβερά τις γυναίκες. Οσο ο άνδρας μεγαλώνει, δεν χάνει την παιδικότητά του. Ξέρω ότι οι γυναίκες δεν τα γουστάρουν τα παιδιαρίσματα, όμως αυτό παραμένει ένα πολύ γοητευτικό στοιχείο για τον άνδρα.

- Αυτό σημαίνει ότι θα μοιάζει με Διαμαντούπολη;

- Το σκέφτηκα και σαν τίτλο, αλλά μου φάνηκε λίγο παιδική χαρά. Ήθελα να φτιάξω μια πόλη με δικές μου κλίμακες που μπορεί να είναι και ανώμαλες. Δεν με απασχόλησε η προοπτική. Στο παρελθόν έχω φτιάξει πολλές πόλεις, ξεκίνησα ζωγραφίζοντας πόλεις, η πόλη για μένα έχει τρομερή γοητεία.

- Πώς μοιάζει η πόλη της φαντασίας σας, ποιοι είναι οι κάτοικοί της, σε τι διαφέρει από μια πραγματική, σύγχρονη ή φουτουριστική πόλη;

- Η πόλη που έφτιαξα έχει γίνει με πρωτογενή, βαριά υλικά, έχω αποφύγει διά ροπάλου το readymade, που παλιότερα με απασχολούσε. Ήθελα να κουραστώ. Για κάποιο μυστήριο λόγο ήθελα να κουραστώ πολύ. Να μην κοροϊδέψω το μάτι. Να είναι αυτό. Να το χτυπάς και να κάνει «ντονκ».

- Από πότε ξεκινήσατε να δουλεύετε το συγκεκριμένο θέμα και πότε νιώσατε έτοιμος να το μοιραστείτε και με άλλους;

- Από την αρχή που ζωγράφιζα πόλεις με απασχολεί το θέμα πόλη. Πριν από πολύ καιρό, είχα προγραμματίσει έκθεση με τη Δάφνη Ζουμπουλάκη, με θέμα την πόλη, αλλά ζωγραφιές. Κάθε έκθεση θέλω να είναι τελείως διαφορετική από την προηγούμενη. Δεν μου αρέσουν τα μαγαζάκια. Με τους γκαλερίστες μόλις στήνουμε κάτι και κάτι γίνεται αναγνωρίσιμο, αυτομάτως πρέπει να αλλάξει. Μόλις η γκαλερί Ζουμπουλάκη άρχισε να πουλάει κάκτους, εγώ σταμάτησα να τους φτιάχνω. Είχα σκεφτεί να γυρίσω στην πόλη με ζωγραφική, την ακύρωσα την έκθεση, περιμέναμε έναν χρόνο και τώρα θα την δείτε και θα απογοητευτείτε.

- Η πόλη είναι φτιαγμένη με πρωτογενή υλικά, σίδηρο και μπρούντζο, υλικά που ξέρετε να χειρίζεστε καλά... Γιατί όχι κρύσταλλα, αλουμίνιο και... ντεκ;

- Δεν ήθελα αυτή τη φορά να είμαι πονηρός. Θέλω να ασχοληθώ με πράγματα που έχω ευχέρεια και ξέρω εκ των προτέρων τι θα βγει. Είναι γοητευτικό, αλλά γίνεσαι λίγο σερίφης του εαυτού σου. Είχα σκεφτεί να βρω φίλους αρχιτέκτονες να μου σχεδιάσουν το κτίριο της ζωής τους, κάποιο που δεν βρέθηκε ποτέ ένας φορέας, κάποιος να το στηρίξει, νοσοκομείο, μουσείο, γήπεδο και να τους το φτιάξω εγώ. Να βρω 10 καλά παιδιά και φίλους και να δημιουργήσω εγώ την τελική μακέτα με τα υλικά που θέλουν. Αλλά μετά σκέφτηκα ότι θα γίνω παιδονόμος. Πιθανόν όμως να το κάνω αργότερα γιατί το βρίσκω ψυχαναλυτικά πολύ ωραία σαν ιδέα. Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τη μεριά του δημιουργού και όχι του εργάτη. Και ο καλός εργάτης έχει πολλά να πει.

- Τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στο κέντρο της Αθήνας; Ή μάλλον τι θα θέλατε να αλλάξει και τι θα προτιμούσατε να παραμείνει το ίδιο;

- Πολλά πράγματα θα ήθελα να αλλάξουν. Μια πόλη είναι ένας οργανισμός και διαμορφώνεται από μέσα. Δεν με ενοχλεί τόσο η Αθήνα, όσο οι άνθρωποί της. Άνθρωποι συχνά ανάγωγοι που καταστρέφουν την Αθήνα που τόσο πολύ αγαπάμε. Εκείνο που πιστεύω ότι έχει αλλάξει με την εισροή των ξένων, είναι ότι η ιστορία γίνεται πιο κοσμοπολίτικη. Όλοι αυτοί οι ξένοι όταν θα ενσωματωθούν, όταν θα έρθει και μια δεύτερη γενιά, θα φτιάξουν τα πράγματα.

- Σαν παιδί που μεγάλωσε στην πόλη, πώς και παραμένετε ακόμη εδώ;

- Αγαπώ την Αθήνα, τη σέβομαι την πόλη, αν δεν μυρίσω φωταγωγό, εξάτμιση, βενζινάδικο, κάτι παθαίνω... Επειδή είμαι και μοναχικός σαν άνθρωπος, μπορώ και κρύβομαι. Η πόλη σε κάνει αόρατο. Και ασκείς εξουσία. Είσαι σούπερμαν. Στην εξοχή τι θα κάνεις; Περπατάς με τη γαλότσα και σκοτώνεις μυρμηγκάκια. Μόνο καταστροφή μπορείς να προκαλέσεις...

- Αν γινόσασταν ο επιμελητής της έκθεσής σας;

- Ένας καλλιτέχνης που δουλεύει μόνος του, ουσιαστικά είναι και επιμελητής. Είμαι άνθρωπος που ακούω. Από την κόρη μου μέχρι τη γυναίκα που καθαρίζει το σπίτι και τον σούπερ ντούπερ τεχνοκριτικό... Με ενδιαφέρει η γνώμη του πιο απλού παρατηρητή. Και όλων αυτών των ανθρώπων, με αυτή τη λαϊκότητα, που ξαφνικά τους βγαίνει κάτι μεγαλοφυές. Εμείς οι καλλιτέχνες όσο και να το κυνηγάμε, δεν μπορεί να μας βγει.

- Με τι δεν θα θέλατε να ασχολείστε στην προετοιμασία μιας έκθεσης;

- Αν σας έλεγα ότι δεν θέλω να μιλάω σε δημοσιογράφους... Είμαι πολύ κουρασμένος με την προετοιμασία, γίνομαι μισάνθρωπος, φοβερά μοναχικός, έχω φοβερό στρες και ψυχοσωματικά, μετά από κάθε έκθεση έχω και ένα σημάδι στο σώμα... Από τους κάκτους, έχω μια ουλή ακόμη στο πρόσωπο. Μόλις τελειώνει μια έκθεση, με πιάνει μεγάλη νοσταλγία. Όταν κάνω ένα έργο την βρίσκω. Οι καλλιτέχνες είμαστε λίγο «βαράτε με κι ας κλαίω». Είναι ακριβώς όπως σε μια σχέση, που ξέρεις ότι δεν πάει καλά, έχεις μοχθήσει γι' αυτήν, σε έχει κουράσει και όταν την χάνεις, πονάς πάρα πολύ.

Comment

Alexander McQueen: «Όταν πρωτοξεκίνησα στη μόδα ανησυχούσα μη μείνω άστεγος»

June 3, 2015 Sandy Tsantaki

Ποιός ήταν τελικά ο Alexander McQueen; Εnfant terrible ή το μεγαλύτερο αστέρι της παγκόσμιας μόδας; Ένας επιθετικός ράφτης με δημιουργικό ταλέντο ή ένας ασυμβίβαστος κουτυριέ; 

Aουτσάιντερ ή εκλεκτικός βασιλιάς του στιλ; Καλύτερος από τον John Galliano και τον Jean-Paul Gaultier ή ο νέος Christian Dior, ο διάδοχος του Cristobal Balenciaga, «αρχιτέκτονας» και «χούλιγκαν» μαζί; 

Υπήρξε τόσο διαφορετικός που κατόρθωσε να γυρίσει τη μόδα ανάποδα. Δεν δημιουργούσε μόδα, έστηνε θεάματα. Ο McQueen ήταν το «κακό παιδί» που αγαπήθηκε από τον κόσμο της μόδας όσο λίγοι. Ο ίδιος περιέγραφε τον εαυτό του σαν «το ροζ πρόβατο» της οικογένειας. Το παραμύθι δεν είχε αίσιο τέλος. Λίγες ημέρες πριν από την παρουσίαση της νέας του συλλογής για τον χειμώνα του 2011 στο Παρίσι, ο Lee McQueen όπως τον φώναζαν οι φίλοι, έδωσε τέλος στη ζωή του. Τρία χρόνια πριν, είχε αποχαιρετήσει την Isabella Blow, την γυναίκα που τον ανακάλυψε, μούσα και φίλη που αυτοκτόνησε και λίγο μετά, τη μητέρα του. Άραγε τι τον οδήγησε σε αυτήν την απόφαση εννέα μέρες μετά...

Το τέλος

Βρέθηκε νεκρός, στα 40 του χρόνια, στο σπίτι του. Μερικούς μήνες πριν είχε πει σε συνέντευξη του: «Έφτασε η στιγμή να βγω από το σκοτάδι και να μπω μέσα στο φως. Αυτή ήταν για αρκετό καιρό η ζωή μου. Έμαθα πολλά από τον θάνατο της Isabella Blow. Έμαθα πολλά για μένα. Ότι η ζωή αξίζει να τη ζεις. Γιατί εγώ απλώς την πολεμάω, πολεμάω το κατεστημένο». Τι είπε μετά τον θάνατο του, ο Philip Treacy; «Η δημιουργικότητα είναι ένα πολύ ευαίσθητο πράγμα και ο Lee υπήρξε πολύ ευαίσθητος. Δεν είναι εύκολο να είσαι ο McQueen. Είμαστε όλοι άνθρωποι.»

Η αρχή

Από το Ανατολικό Λονδίνο στο οποίο γεννήθηκε και μεγάλωσε, βρέθηκε στο Mayfair. Αγόρασε ένα πελώριο διαμέρισμα, εκεί που ζούσε ο Oscar Wilde, για να βγάζει βόλτα στο πάρκο, στο St James Park, τα τρία σκυλιά του και να είναι και κοντά στο παλάτι του Μπάκιγχαμ, εκεί όπου τιμήθηκε από την Βασίλισσα της Αγγλίας. «Όταν πρωτοξεκίνησα στη μόδα ανησυχούσα μη μείνω άστεγος», αποκάλυπτε στις συνεντεύξεις του. Γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου 1969 στο Στέπνεϊ στο Λονδίνο, ο μικρότερος από τα έξι παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του ήταν οδηγός ταξί. Ονειρευόταν για τον γιο του να γίνει ηλεκτρολόγος ή υδραυλικός. Η μητέρα του, καθηγήτρια κοινωνικής επιστήμης. 

Τα πρώτα βήματα

Ενδιαφερόταν για τη μόδα από παιδί. Στα τρία του χρόνια σχεδίασε τη Σταχτοπούτα με «μικροσκοπική μέση και πελώριο φόρεμα» στον τοίχο της κρεβατοκάμαρας της αδερφής του. Ο πατέρας του έχασε κάθε ενδιαφέρον για τον γιο του έκτοτε. Χρόνια μετά, ο Lee πήγε σε τεχνικό κολέγιο και δούλεψε στην τοπική παμπ. Αλλά το 1986 είδε μια διαφήμιση στην τηλεόραση, πήγε στο Anderson&Sheppard στην Savile Row, που έφτιαχναν τα κοστούμια τους ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ και ο πρίγκηπας Κάρολος, και βρήκε αμέσως δουλειά. 

Και τα επόμενα

Aπέκτησε εμπειρία κοντά στον Ιάπωνα σχεδιαστή Koji Tatsuno και μετά στο ατελιέ του Romeo Gigli. Το 1992, μετά το μεταπτυχιακό του στο Central St Martin’s College of Art and Design, ίδρυσε τη δική του επωνυμία. Ας είναι καλά η θεία που πλήρωσε τις 4.000 λίρες για το μεταπτυχιακό. 

Η γνωριμία

Το 1994 τον ανακάλυψε η Isabella Blow στο σόου αποφοίτησης… Αποφάσισε να αγοράσει ολόκληρη τη συλλογή, αγοράζοντας ένα ρούχο τον μήνα και πληρώνοντας 100 λίρες την εβδομάδα. Του έδωσε συνολικά 5000 λίρες. Εκείνη ήταν που τον έπεισε να γίνει από Lee, Alexander. 

Η διαφορετικότητα

Στο σχολείο αρρένων στο Στράτφορντ, οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν και εκείνος περνούσε την ώρα του σχεδιάζοντας γυναικεία ρούχα. 

Το ατύχημα

Σε μια κατάδυση έσπασε τα μπροστινά του δόντια. Τα είχε σε θήκη μέχρι τα 16 του, την χρονιά που εγκατέλειψε το σχολείο. Το 1995, όταν ήταν 26, το μπροστινό του δόντι έπεσε τρώγοντας ένα Big Mac, αφήνοντας κενό, σήμα κατατεθέν. 

Οι καλύτερες στιγμές

Ο Alexander McQueen υπήρξε πάντα πιο αποδοτικός όταν βρισκόταν σε πίεση... Δημιουργώντας νέες τάσεις-όπως τα διάσημα χαμηλοκάβαλα παντελόνια του, γνωστά ως bumsters-ή τολμώντας να χρησιμοποιήσει μοτίβα με την εικόνα ενός ανθρώπου πάνω σε ηλεκτρική καρέκλα. Το 1996, που βραβεύτηκε για πρώτη φορά σαν ο καλύτερος Βρετανός ντιζάινερ, επελέγη σαν κυρίαρχος σχεδιαστής του οίκου Givenchy όπου και παρέμεινε για πέντε χρόνια. Ο στόχος είχε επιτευχθεί. Αγόρασε σπίτι για τη μητέρα του. 

Και οι χειρότερες

Αντίθετα με τον John Galliano, τον γιο του υδραυλικού, ο McQueen δεν έτρεφε κανένα ενδιαφέρον για τους Γάλλους, την χώρα τους, την κουλτούρα τους ή την γλώσσα. Η επιλογή του για τον ιστορικό οίκο κρίθηκε και από τις δύο πλευρές μάλλον ατυχής. Ετσι κι αλλιώς θεώρησε ότι το να παράγεις έξι συλλογές τον χρόνο είναι πολύ αν θέλεις να είσαι καινοτόμος. «Δώσε μου χρόνο και θα σου δώσω κάτι επαναστατικό», έλεγε, με την παραδοχή ότι ο Givenchy «ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου». 

Η πρόταση

Λίγο πριν λήξει το συμβόλαιο του, εμφανίστηκε το Gucci Group, που εξαγόρασε το 51% της εταιρίας Alexander McQueen, επιλέγοντας να διατηρήσει όμως τη διεύθυνση του δημιουργικού τομέα. 

Ο Lee σαν φίλος

Στην προσωπική του ζωή υπήρξε εξαιρετικά ντροπαλός. Στο τέλος κάθε σόου, έβγαινε έξω βιαστικά για να χαιρετήσει το κοινό του με καρό πουκάμισο και φαρδύ παντελόνι. Όταν όλοι είχαν καταδικάσει το 2005 την Kate Moss για την εμμονή της με τα ναρκωτικά, ο McQueen συνόδεψε την επόμενη παρισινή του συλλογή με ένα τρισδιάστατο ολόγραμμα με την Kate σαν φόντο. 

Οι ακρότητες

Είχε βγάλει μοντέλα με επιδέσμους στο κεφάλι, κέρατα στους ώμους, είχε βάλει τους θεατές σαν επισκέπτες σε ψυχιατρική κλινική. Ακόμη και τα σούπερ μοντέλα δεν είχαν ποτέ διαφορετική μεταχείριση όταν τις επέλεγε για τις επιδείξεις του. Ο ίδιος έλεγε ότι βασιζόταν πάντα σε ιστορικά γεγονότα, από τα έργα του Ιερώνυμου Μπος μέχρι τις ταινίες του Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Οταν ήθελε να χαλαρώσει, πήγαινε για καταδύσεις. Τον τελευταίο καιρό δήλωνε βουδιστής.  

Οι συλλογές

Καμία επίδειξη δεν ξεπερνούσε τα 10 λεπτά. Ο κόσμος πάλευε έξω από τις επιδείξεις του για να βιώσει την εμπειρία McQueen. Υπερπαραγωγή με ψυχή, μπροστά από τον καιρό της. 

Το 2003 έστησε ένα ναυάγιο στην πασαρέλα. Αργότερα μια χιονοθύελλα μέσα σε πλέξιγκλας. Είδαμε και μια έκρηξη ηφαιστείου με φλόγες. Το 2005 μια ανθρώπινη παρτίδα σκάκι. Το 2007 εμπνεύστηκε από τις μάγισσες του Σάλεμ. Λίγο μετά, σκηνοθέτησε τη νέα εκδοχή Κλεοπάτρας. Μια χρονιά γέμισε την πασαρέλα με νερό. Μπεστ-σέλερ θεωρήθηκαν όμως και τα μαντήλια με νεκροκεφαλές. Δεν έφτιαχνε μόνο τρελές συλλογές για την πασαρέλα αλλά και όμορφα ρούχα που φοριούνται, κοστούμια, φούστες γραμματέα, αιθέρια εμπριμέ. 

Η αναγνώριση

Έβγαλε αρώματα, το Kingdom και το Μy Queen. Το 2005 συνεργάστηκε με την Puma. Το 2007 είχε μπουτίκ στη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Μιλάνο και το Λας Βέγκας... Δεν κυνηγούσε τις σταρ, όπως κάνουν οι συνάδελφοι του. Τον «κυνηγούσαν» όμως η Σάντρα Μπούλοκ, η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ, γνωστοί και άγνωστοι. Το 2008, στα εγκαίνια της μπουτίκ του στο Λος Άντζελες, είπε για την Πάρις Χίλτον: «Ευελπιστώ ότι αν περάσει από το μαγαζί, θα συνεχίσει να περπατάει».

Το σκανάρισμα

Μια δεκαετία πριν είχε αρνηθεί να προσκαλέσει την Victoria Beckham σε σόου του στο Λονδίνο. Για την καλοκαιρινή κολεξιόν του 2010, έφτιαξε παπούτσια που ονόμασε Armadillo και Alien (θα έχετε δει την Lady Gaga να τα φοράει σε βίντεο-κλιπ της), με ύψος που ξεπερνά τις 10 ίντσες. Τρία μοντέλα αρνήθηκαν να τα φορέσουν γιατί φοβήθηκαν μην σπάσουν τους αστραγάλους τους ή μήπως πέσουν από την πασαρέλα. 

Η εμμονή

Ο Karl Lagerfeld είπε μετά τον θάνατο του: «Υπήρχε πάντα μια έλξη με τον θάνατο. Τα σχέδια του ήταν ορισμένες φορές πέρα από τα ανθρώπινα. Ποιος ξέρει, ίσως όταν φλερτάρεις με τον θάνατο τόσο συχνά, ο θάνατος να σου επιτίθεται». 

Η επισημοποίηση

Το 2000 «παντρεύτηκε» τον φίλο του, Τζορτζ Φορσάιθ, ντοκιμενταρίστα, με παράνυμφο την Kate Moss στο γιοτ ενός Αφρικανού πρίγκηπα. Η σχέση διαλύθηκε γρήγορα. 

Τίτλοι τέλους

«Μια ιδιοφυία χάθηκε. Νίκησε το σκοτάδι». «Τραγικό τέλος για μια πολλά υποσχόμενη ζωή». «Ένα αστέρι έπεσε».  Τον Απρίλιο του 2004, η μητέρα του, Τζόις είχε πάρει συνέντευξη από τον γιο της, για την εφημερίδα Guardian. Τον ρώτησε ποιός ήταν ο μεγαλύτερος του φόβος. «Να πεθάνω πριν από σένα», η απάντηση. 

Comment

Olivier Rousteing. Από την Αφρική στον Βalmain και το #ΗΜBalmaination

May 25, 2015 Sandy Tsantaki

Είναι μιγάς, μισός Γάλλος, μισός Αφρικανός, creative director στον οίκο Βalmain. Eτοιμάζει ήδη την πρώτη του συλλογή για το H&M με Balmain στα ράφια που θα προκαλέσει, όπως κάθε φορά, πανικό στα ταμεία. Ο Έλβις στο Λας Βέγκας. Και ο Ολιβιέ …Τουίστ από το ορφανοτροφείο στο Λούβρο. 

Υποδεχτείτε μια νέα γενιά σχεδιαστών. Με όχι και τόσο εύηχα ίσως ονόματα, λιγότερο φαντασμαγορικά βιογραφικά, πιο λίγες ίσως ευκαιρίες από συναδέλφους τους που ξεκίνησαν από άλλη αφετηρία. Είναι η νέα γενιά, η nouvelle vague των σχεδιαστών μόδας, κάτι σαν την dream team που θα μας απασχολήσει τα χρόνια που έρχονται. Ντιζάινερ από την Αγγλία; Τη Γαλλία; Την Ιταλία; Την Αμερική; ΄Οχι απαραίτητα. Μπορεί και από χώρες του Τρίτου Κόσμου. Καλλιτεχνικοί διευθυντές, ταλαντούχοι οραματιστές, outsiders ενός λαμπερού κόσμου. Νέοι σχεδιαστές μόδας, άγνωστοι σχεδόν στο κοινό.

Καινούργια ονόματα, μια καινούργια εποχή. Αυτή του understatement, απαραίτητης έννοιας πλέον για το λεξιλόγιο της μόδας. O νούμερο 1 άουτσάιντερ; Ένα όμορφο, εξαιρετικά φωτογενές αγόρι που γεννήθηκε στην Αφρική και συνδέει σήμερα το όνομα του με την αναγέννηση του οίκου Βalmain. Υποδεχτείτε λοιπόν (και χειροκροτήστε αν το νιώθετε) τον Olivier Rousteing, (Ολιβιέ Ρουστένγκ), σχεδιαστή στον οίκο Balmain. 

Γιατί μπορεί να εργαζόταν στον οίκο από το 2009, αλλά άργησε να αναβαθμιστεί για να φωτογραφίζεται και μιλά με έργα στην πασαρέλα και στις καμπάνιες για να δειγματίσει το όραμα του. Δηλώνει επικεφαλής του pret-a-porter και ήρθε για να αντικαταστήσει τον Christophe Decarnin, ο οποίος, από ότι φημολογείται, είχε αρκετά συχνά διαμάχη με τον πρόεδρο Alain Hivelin περί στρατηγικής.

Προτού φορέσει τις επωμίδες του για τον Balmain, ο δημοφιλής Γαλλοαφρικανός, εργαζόταν για πέντε χρόνια στα ατελιέ του Roberto Cavalli, προσθέτοντας μια πιο ροκ και εναλλακτική ματιά στις πλουμιστές δημιουργίες, μαζί και πιο decadent. Είχε μόλις αποφοιτήσει από τη σχολή ESMOD. 

Και μπορεί ο οίκος Balmain να μην χειρίζεται με άνεση την επικοινωνία και την τεχνολογία, αφού οι αγοραστές παραπονιούνται ότι τουλάχιστον μέχρι πρότινος δεν διαφημιζόντουσαν παρά ελάχιστα, δεν τύπωναν ή δεν έστελναν look books, ούτε ακόμη dvds από τα σόου, εκείνοι που ξέρουν, ρισκάρουν. Τι επιδιώκει ο νέος διάδοχος, ήδη σούπερ σταρ να πετύχει; Να χαρίσει σε όποια γυναίκα επενδύσει στις προτάσεις του, status και sex appeal. Η ροκ’εν’ρολ διάθεση είναι μάλλον δεδομένη.

Και όχι τίποτε άλλο. Υπάρχουν πελάτισσες που δηλώνουν με μεγάλη άνεση, τουλάχιστον εκτός ελληνικών συνόρων, ή έστω προ κρίσης για να μην τις εκθέσουμε, ότι με τα 5000 ευρώ που θα δώσουν για ένα σακάκι Balmain, θα μπορούσαν να πάνε σε spa στην Ταϋλάνδη. Αλλά προτιμούν το νέο αίμα, το αφρικάνικο αίμα, που βράζει στο Παρίσι.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η δουλειά του είναι εύκολη. Αντικαθιστά τον Christophe Decarnin, που απολύθηκε από τον Balmain μετά από έξι χρόνια προσφοράς σαν creative director, μαζί με παράλληλες φήμες για ψυχολογικό πόλεμο, κάτι που δεν σπανίζει στον χώρο άλλωστε. Λέγεται μάλιστα ότι ο ντιζάινερ χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική για να ξεπεράσει κρίσεις πανικού. 

Τα νούμερα όμως λένε άλλα. Σύμφωνα με την Wall Street Journal οι πωλήσεις είχαν ανέβει σε ποσοστό που ξεπερνούσε το 70%. Και μπορεί ο σύγχρονος οίκος να μην θυμίζει σε τίποτα σχεδόν τον Balmain στα πρώτα χρόνια, εκείνα από το 1945 και μετά, αλλά ούτε και οι πελάτισσες έχουν πολλά κοινά πλέον με τη Δούκισα του Γουίνδσορ, την Μπριζίτ Μπαρντό ή τη Γερτρούδη Στάιν που φορούσαν Balmain.

Η πρόκληση για τον Rousteing είναι να διατηρήσει τις πωλήσεις σε υψηλά επίπεδα, να μην προδώσει την ταυτότητα, να εισπράττει θετικές κριτικές από τους τοπ κριτικούς των εφημερίδων, των περιοδικών, των μπλογκ, να συγκινεί τους αγοραστές, δηλαδή, να προαγοράζουν ολόκληρη τη συλλογή κάθε σεζόν.

Εύκολο; Δεν θα το έλεγα. Αλλά εμείς θέλουμε να έχει happy end το παραμύθι. Eιδικά όταν ο πρωταγωνιστής είναι ένας νεαρός Αφρικανός που γεννήθηκε στη Γαλλία, και συγκεκριμένα στο Μπορντώ, αναλαμβάνοντας μία από τις δημοφιλέστερες θέσεις στη βιομηχανία μόδας, επικεφαλής και της γυναικείας και της ανδρικής συλλογής. 

Για την ιστορία, ο Olivier Rousteing γεννήθηκε στην Αφρική, μεγάλωσε στη Γαλλία, σε ορφανοτροφείο αρχικά και αργότερα στο Μπορντώ, με τους θετούς γονείς του. Ο σχεδιαστής δεν γνωρίζει τις ακριβείς ρίζες των βιολογικών του γονιών αλλά συστήνεται ως μισός Αφρικανός. 

Οι μεγάλοι οίκοι πολυτελείας προσλαμβάνουν τον τελευταίο καιρό άουτσάιντερ και όχι σούπερσταρ προσωπικότητες για ευνόητους λόγους. Η βιομηχανία μόδας, ειδικά στη Γαλλία, δεν είναι και η πιο φιλελεύθερη του κόσμου. Το γεγονός ότι ένας οίκος κουτύρ με ιστορία προσέλαβε έναν έγχρωμο άνδρα σαν creative director αποτελεί τεράστια υπόθεση-και σημάδι ότι ο εκλεπτυσμένος και αποστειρωμένος κόσμος της μόδας αλλάζει, για το καλύτερο. 

O Oliver …Balmain πάντως είναι στο Twitter και ας μην πολυμιλάει ακόμη στους δημοσιογράφους. Τι θέλει να γίνει όταν «μεγαλώσει»; «Oscar de la Renta και Pierre Balmain». 

Comment

Emanuel Ungaro: «Aν υπήρχαν κανόνες, τότε κάθε σχεδιαστής θα ήταν πετυχημένος»

March 11, 2015 Sandy Tsantaki
art-streiber-w-february-1990-emanuel-ungaro-with-models.jpg

O ψυχολόγος. O καζανόβας της μόδας. O αγαπημένος σχεδιαστής των γυναικών. O επαναστάτης με αιτία στα σίξτις. O Mεσιέ Oυγκαρό. O Emanuel Ungaro λατρεύει τις δυναμικές γυναίκες. Yπήρξε σύντροφος της Aνούκ Aιμέ. Mοναδική μούσα, η Άβα Γκάρντνερ. Aπεχθάνεται να παρουσιάζουν top models τις δημιουργίες του. «O κόσμος θέλω να βλέπει τα ρούχα και όχι να χαζεύει τις κοπέλες», μου λέει. O Giorgio Armani υποστηρίζει ότι «ο Ungaro γνωρίζει καλά τι σημαίνει eleganza». O Aλέν Nτελόν, η Iβάνα Tραμπ, η Nαστάζια Kίνσκι, η Kρίστιν Σκοτ Tόμας τον αποθεώνουν. H Tζάκι Ωνάση και η Nταϊάνα Bρίλαντ υπήρξαν πελάτισσες του. Kάπου ανάμεσα στον οίκο του στο Παρίσι και στη μπουτίκ Ungaro στη Madison Avenue της Nέας Yόρκης, ο Emanuel Ungaro απάντησε στις ερωτήσεις μου. 

Έχει ντύσει την Kατρίν Nτενέβ, την Tζίνα Pόουλαντς, την Iζαμπέλ Yπέρ, την Iζαμπέλ Aτζανί και την Aνούκ Aιμέ για τη ζωή και τον κινηματογράφο. Δεν είναι ιδιαίτερα ψηλός. Xαρακτηριστικό του η ενέργεια. Kαπνίζει χωρίς να καπνίζει. Δεν σχεδιάζει ποτέ στο χαρτί. Δημιουργεί απευθείας πάνω στο σώμα του μοντέλου. Bάζει την κατάλληλη μουσική -συνήθως μουσική δωματίου- και δίνει πνοή στα οράματα του με υφάσματα. Mιλάει σε τόνο pianissimo. Πολύ σιγά. Δεν του αρέσει να τον ρωτούν για την προσωπική του ζωή. Aλλά δεν φοβάται πια. «Δεν ρισκάρουμε τίποτα. Mόνο ένας ποιητής θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του καθημερινά. Mέσα σε κάθε σχεδιαστή, σε κάθε δημιουργό, κρύβεται ένας κωμικός», θα πει. Ποιά είναι τα πιστεύω του; «Zωή, χρώμα και ελευθερία». 

Tο 1958 ήταν ένας άγνωστος ράφτης που εργαζόταν στον οίκο Balenciaga. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1965 άνοιξε το δικό του οίκο. Mέχρι το τέλος της δεκαετίας είχε κατακτήσει το Παρίσι, το Λονδίνο και τη Nέα Yόρκη. Aν και έχει γεννηθεί στο Παρίσι, δε νιώθει τυπικός Γάλλος. «Eίμαι πολύ πιο ανοιχτός σήμερα. Λιγότερο αλαζόνας.» Έμεινε για αρκετό διάστημα μακριά από τις κοσμικές στήλες, ταξιδεύοντας με την Aνούκ Aιμέ  στον κόσμο. Tελικά δεν παντρεύτηκε την Aνούκ αλλά την Λάουρα, με την οποία, συνεργαζόταν αρκετά χρόνια στο ατελιέ. O Eμανουέλ Oυγκαρό γεννήθηκε για να επαναστατεί. Για να τολμά. Για να εκπλήσσει. Aκόμη κι αν ο ίδιος συχνά δεν το παραδέχεται. «Σαν σχεδιαστής μόδας δεν έχεις τίποτα να διακινδυνεύσεις, απλώς να έρθεις αντιμέτωπος με το γεγονός ότι θα πρέπει να επαναλαμβάνεις τα ίδια πράγματα κάθε μέρα». 

- Ύστερα από 30 χρόνια δημιουργίας στον κόσμο της μόδας, ποιές είναι οι καλύτερες και οι χειρότερες στιγμές που μπορείτε να θυμηθείτε;

- Oι ημέρες, πριν από κάθε κολεξιόν στο Παρίσι είναι οι καλύτερες και οι χειρότερες ημέρες της ζωής μου. Aνασφάλεια και άγχος. Aγωνία και ενθουσιασμός. Δημιουργείται ένα ανάμικτο συναίσθημα μέσα μου, το οποίο, ταράζει την ψυχική μου ηρεμία. Mία από τις πιο δυσάρεστες στιγμές της ζωής μου ήταν όταν πέθανε ο Mεσιέ Mπαλενσιάγκα, ο δάσκαλος μου. H πιο συγκινητική στιγμή, ήταν όταν γεννήθηκε η κόρη μου, Kοσίμα. 

- Πίσω από έναν μεγάλο σχεδιαστή μόδας κρύβεται μία μεγάλη μούσα. Ποιά είναι η σημερινή σας πηγή έμπνευσης;

- H Άβα Γκάρντνερ, ήταν, είναι και θα είναι μούσα μου για κάθετι που δημιουργώ. Δεν θα ξεχάσω την ημέρα που τη συνάντησα σε ένα παζάρι στη Γαλλία. Mια αιθέρια ύπαρξη μέσα στο πλήθος. Λατρεύω την Aνούκ Aιμέ ως γυναίκα-σύμβολο. Tην Tζόντι Φόστερ. Tην Άνι Λένοξ. 

-  Πότε ζωντανεύει μια δημιουργία;

- Όλα είναι θέμα σεξαπίλ. Tο σεξαπίλ δεν είναι κάτι που το σχεδιάζει κανείς. Mόνο η γυναίκα που φοράει το ρούχο μπορεί να του δώσει ψυχή. Nα γίνει σέξι. Mια αληθινά αισθησιακή γυναίκα θα είναι εντυπωσιακή ακόμη και με ένα πουλόβερ και μια φούστα. Στην υψηλή ραπτική, τα πράγματα αλλάζουν. H μόδα δεν πρέπει να σοκάρει. Oύτε όμως και να είναι συντηρητική. 

- Έχετε καταργήσει κανόνες στη μόδα;

-  Δεν υπάρχουν πλέον μακριά ή κοντά. Oύτε κανόνες για το τι μπορεί να θεωρηθεί μια πετυχημένη επίδειξη μόδας. Aν υπήρχαν κανόνες, τότε κάθε σχεδιαστής θα ήταν πετυχημένος. 

- Ποιά θεωρείτε κυρίαρχα χαρακτηριστικά της γυναίκας του σήμερα;

- Tον αισθησιασμό, τη θηλυκότητα, το δυναμισμό, την ενοχικότητα. Στοιχεία που αναμιγνύονται με τον τρόπο ζωής κάθε γυναίκας για να γίνουν τελικά μαγικά. Eκείνο που χρειάζονται περισσότερο από όλα τα άλλα οι γυναίκες, είναι να τους αφήνεις το περιθώριο να βάζουν την φαντασία τους, να δημιουργούν το στυλ που τους ταιριάζει, να μην γίνονται θύματα της μόδας. Δεν είναι πια θέμα χρημάτων. Ποτέ δεν ήταν. H κομψότητα είναι κάτι που πηγάζει από μέσα μας. 

- Στη σταδιοδρομία σας, είχατε πάντα κάτι διαφορετικό να προτείνετε. Aγκαλιάζει η μόδα τους επαναστάτες …με αιτία; 

- Δημιουργία σημαίνει να μπορείς να αιχμαλωτίσεις τη στιγμή. Yπήρξαν στιγμές στην καριέρα μου που ακολούθησα το ένστικτο μου και δημιούργησα τάσεις που θεωρήθηκαν τολμηρές για την εποχή τους. Θυμάμαι τι συνέβη όταν στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, αποφάσισα να  βάλω τέσσερα διαφορετικά είδη εμπριμέ στο ίδιο σύνολο. Δέκα χρόνια αργότερα, δεν φοβήθηκα να παρουσιάσω άκρως αποκαλυπτικά και θηλυκά φορέματα που τυλίγονταν πάνω στο γυναικείο σώμα. Όλοι βιάστηκαν να με πουν τρελό. H «σωστή» λέξη ήταν ελευθερία.

- Kοιμάστε και ξυπνάτε με τις συμφωνίες του Mπετόβεν στο μυαλό σας. Ποιά μπορεί να είναι η σχέση ανάμεσα στη μόδα και τη μουσική; 

- H μουσική με βοηθάει να οργανώσω τις σκέψεις μου. Θέλω να περνάει η μουσική μέσα  από τα φορέματα. H μόδα όμως δεν είναι τέχνη. Δεν μπορεί να θεωρηθεί κομμάτι του πολιτισμού, από τη στιγμή που είναι καμωμένη από άψυχα υλικά. Για μένα η μόδα και η μουσική είναι κάτι άλλο. Xρειάζομαι τη μουσική, όσο έχω ανάγκη από τροφή για να ζήσω. 

- Σκεφτήκατε ποτέ σοβαρά να τα παρατήσετε όλα; 

- Aγαπώ πολύ τον κόσμο της μόδας για να σκεφτώ πώς θέλω να εγκαταλείψω το ατελιέ μου μια μέρα. Zω για να έχω έντονες σχέσεις με τις γυναίκες. Aκόμη κι αν φτάνω στο σημείο πολλές φορές να είμαι εγώ το θύμα. 

Comment

Phoebe Philo: «Το να φοράς γούνα το θεωρώ απάνθρωπο»

February 12, 2015 Sandy Tsantaki

Είτε της αρέσει, είτε όχι, είναι περιζήτητη. Και θα είναι. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει λοιπόν καλύτερο timing για μια συνομιλία μαζί της. Και η ίδια δεν μπορεί καλά-καλά να πιστέψει την τύχη της. Ούτε την τεράστια επιτυχία της τελευταίας της συλλογής, και καμπάνιας, για τον οίκο Celine, μιας σέξι συλλογής πάνω από όλα.

Της λέω πόσο δημοφιλής είναι στην Ελλάδα. Της δίνεται έτσι η ευκαιρία να πει πόσο της αρέσει να ταξιδεύει. «Ο κόσμος περνάει μέσα από τα μάτια μου. Λειτουργώ σαν σφουγγάρι. Απορροφώ οτιδήποτε βλέπω. Στιλ για μένα μπορεί να είναι οτιδήποτε. Σχεδιάζω πάντα για τον εαυτό μου, τις φίλες μου και για μία φανταστική πελάτισσα».

Τι άλλο ξέρω για την ίδια; Εκτός από το ότι είναι η διάδοχος της θρόνου; Ότι είναι Αγγλίδα, μεσοαστή, ζει στο Notting Hill, οδηγεί μία παλιά Jaguar, έχει τρία παιδιά, μια κόρη και δυο γιους, εμπνέεται από το Λονδίνο (τα μουσεία, τον δρόμο, την μουσική, τις βιβλιοθήκες, όπως λέει), λατρεύει την σύγχρονη τέχνη, οι δημοσιογράφοι την έχουν χαρακτηρίσει  «βασίλισσα του cool», είναι χορτοφάγος, απρόβλεπτη, εκλεκτική, εργασιομανής, εξαιρετικά φιλόδοξη.

Είναι δημιουργική χωρίς να ξεχνάει τους κανόνες της εμπορικότητας. «Μπορείς να κάνεις τις τρέλες σου και να ξεδίνεις αλλά κάποια στιγμή πρέπει να θυμάσαι ότι τα ρούχα γεννιούνται για να πουληθούν και να φορεθούν και όχι για να κάνεις το κέφι σου, αναπαράγοντας παρανοϊκές ή ακραίες τάσεις».

Σχεδιάζει πάντα με γνώμονα τι θα ήθελε να φορέσει η ίδια. Θυμάμαι όταν την είχα συναντήσει στο Λονδίνο με μαλλιά ράστα και κρίκους παντού, ακόμη και στα νύχια της. Είχε κι ένα χρυσό δόντι. Τίποτα δεν θυμίζει πλέον την Phoebe του παρελθόντος. Φοράει αποκλειστικά σχεδόν τα ρούχα που σχεδιάζει, έμαθε πλέον να στήνεται μπροστά στο φακό και να αντιμετωπίζει επιθετικά τη δημοσιότητα. «Και χρυσά δόντια είχα και εξαιρετικά μακριά νύχια αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάτε ότι είμαι απλώς ένα κορίτσι που μεγαλώνει. Περνάω διαφορετικές φάσεις. Όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Προσωπικά νιώθω ότι έχω προχωρήσει πολύ».

Την τρομάζει ιδέα ότι μπορεί να πάει σε μια παμπ και όλοι να την αναγνωρίζουν. Αρκείται να πει: «Πιστεύω ότι το κυρίαρχο προτέρημα μου είναι το ταλέντο μου. Ναι είμαι ντροπαλή. Ναι είμαι διαφορετική».Τα σενάρια για ίντριγκες και μαλλιοτραβήγματα έχουν ξεπεράσει κάθε όριο φαντασίας. Μου εκμυστηρεύεται ότι θα ήθελε να βάλει την υπογραφή της στα πάντα: Από εσώρουχα, μαγιό και αρώματα μέχρι πιο προσιτές συλλογές. «Στην γούνα μπορώ να αντισταθώ. Το να φοράς γούνα το θεωρώ απάνθρωπο».

Το μεγαλύτερο της όνειρο; «Να σχεδιάσω ένα φόρεμα που θα κάνει όλο τον κόσμο να γυρίσει να το κοιτάξει. Οι περισσότερες γυναίκες γι’ αυτό δεν επενδύουν στη μόδα; Για να γίνονται το επίκεντρο του ενδιαφέροντος, όπου κι αν βρίσκονται». Κι αν το πετύχει; Τι δώρο θα κάνει στον εαυτό της; Μήπως μια ολοκαίνουργια Jaguar; «Όχι. Θα προτιμήσω ένα Aston Martin!» 

Comment

Μanolo Blahnik: «Αν μπορούσα θα έβαζα βόμβα στο Σύνταγμα»

February 10, 2015 Sandy Tsantaki

Η πρώτη φορά που συνάντησα τον Manolo Blahnik ήταν πριν από μια δεκαετία και, στο London Fashion Week. Του είχα κάνει συνέντευξη εκεί, ανάμεσα στις επιδείξεις, στις τέντες στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου. Όταν του το είπα, χρόνια μετά, μου είπε ότι με θυμόταν. «Δυσκολεύομαι με τα ονόματα. Αλλά πρόσωπα δεν ξεχνάω ποτέ. Θυμάμαι πολύ καλά το πρόσωπο σου. Ιδιωτικός ντετέκτιβ έπρεπε να έχω γίνει.» 

Δεν έγινε όμως… Στην αρχή της συνέντευξης μας στην Αθήνα, στο roof garden του ξενοδοχείου King George, του είπα μια ακόμη ιστορία. Για την ημέρα που αγόρασα το πρώτο μου ζευγάρι Μανόλο, και πάλι πριν από χρόνια, στο Παρίσι, λίγη ώρα προτού συναντήσω τον Clint Eastwood για συνέντευξη στο Plaza Hotel, απέναντι ακριβώς από το ξενοδοχείο, στο Joseph, εκεί όπου πουλούσαν (τότε) Μανόλο Μπλάνικ. 

Είναι η στιγμή που κολακεύεται, προσέχει τα παπούτσια που φοράω. Κάτι του θυμίζουν… «Ήταν από τα πρώτα σχέδια που είχα κάνει στη δεκαετία του '70 για τον Οσι Κλαρκ. Όχι όμως από λάστιχο. Έχουμε το σχέδιο στο βιβλίο (Manolo Blahnik drawings. Eισαγωγή Άννα Γουίντουρ. Eκδ. Thames&Hudson). Είναι πανέμορφα». Όταν του εξηγώ ότι τα σχεδίασε ο Sergio Rossi για την Puma, λέει: «Αχ αυτός, ο Sergio Rossi. Δεν σέβεται τίποτα». Κάνει σαν παιδί. Μιλάει, γκρινιάζει για την ακρίβεια, για τη διαδήλωση που γινόταν στο Σύνταγμα. «Τους φώναξα «σκάστε». Αλλά κανείς δεν με άκουσε». Κι αμέσως μετά: «Μπορώ να βγάλω το σακάκι μου γιατί βράζει εδώ μέσα»; 

Μου λέει ότι αποφεύγει να δίνει συνεντεύξεις «ζωντανά» γιατί λέει ότι έχει στο μυαλό του και συχνά βρίσκει τον μπελά του. Αυτός είναι ο 70χρονος Μανόλο Μπλάνικ ένα παιδί από την χώρα του Ποτέ, που δεν θέλησε ποτέ να μεγαλώσει, άνθρωπος ξεχωριστός, με βαθειά κουλτούρα, καμία διάθεση εντυπωσιασμού, κάποιος που θα ήθελες να είναι φίλος σου. Κυρίως γιατί έχει απίστευτη αίσθηση του χιούμορ. 

Πετάγεται από το ένα θέμα στο άλλο. Έχει πει ότι τα ταξίδια τον κουράζουν όσο τίποτα άλλο. Όταν περιμένει να ετοιμαστεί ένα δείγμα, χάνει τον ύπνο του. Ακόμη. Λέει πως δεν έχει φτιάξει ακόμη το τέλειο παπούτσι… Δεν σταματάει να μιλάει. Και να γελάει. Έχει απίστευτη αίσθηση του στιλ. «Φοράω αυτά τα παπούτσια. Επειδή δεν θα βγούμε έξω. (Είναι σαν παντόφλες). Τα έχω σε κάθε φρικτή απόχρωση. Μπλε, πράσινα, πορτοκαλί, γκρίζο, βιολετί. Αν και το τελευταίο είναι λίγο χρώμα νεκροταφείου. Έκαναν λάθος στο χρώμα. Αλλά τα λατρεύω. Γιατί είναι παπούτσια για ματαντόρ, για ταυρομάχους. Και για τζέντλεμαν του 18ου αιώνα.»

Εμπνέεται από τον Rubens και τη Μήδεια. Τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική. Για να αγοράσεις κάτι δικό του πρέπει να είσαι προετοιμασμένος να διαθέσεις το λιγότερο 500 ευρώ. Για ένα ζευγάρι χειροποίητα παπούτσια. «Αν τα παπούτσια μου δεν ήταν τόσο αναπαυτικά, κανείς δεν θα τα αγόραζε. Νιώθω όμως άσχημα. Ειδικά όταν ξέρω τι γίνεται με τις τράπεζες και την κρίση… Κι ύστερα βλέπεις τις ουρές έξω από το κατάστημα μου και τις απίστευτες λίστες αναμονής για να βρουν τις γόβες που φορούσε η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ ή η Κέιτ Μος».

Η οικονομική κρίση δεν φαίνεται να τον έχει χτυπήσει. Ίσως γιατί δεν παράγει μόδα με ημερομηνία λήξεως. Τα μαγαζιά του θυμίζουν γκουρμέ ζαχαροπλαστείο. Θέλεις να καταναλώσεις ό,τι βρίσκεται μέσα. Εδώ και χρόνια έπασχε από ξενοφοβία. Κανείς δεν μπορούσε να τον πείσει να ανοίξει μπουτίκ Μπλάνικ και εκτός Λονδίνου. Πώς αποφασίζει που θέλει να φτιάξει την επόμενη βιτρίνα του εκτός συνόρων; «Πρέπει να δω τους ανθρώπους. Κι εγώ και η αδερφή μου. Και να αποφασίσουμε αν μας αρέσουν. Δεν νοιάζομαι για τα λεφτά, δεν νοιάζομαι για άλλα πράγματα, μόνο οι άνθρωποι με ενδιαφέρουν. Είναι τόσο απλό».

Κουτσομπολεύει διακριτικά. Λέει ότι υπήρξαν περιπτώσεις που δεν υπήρχε χημεία και είπε όχι. Γύρισε την πλάτη στους ενδιαφερόμενους και έφυγε. Δεν εξαγοράστηκε ποτέ, ούτε σκοπεύει να πουλήσει όπως λέει τη μικρή του οικογενειακή επιχείρηση σε κανέναν κολοσσό της μόδας. Ξαφνικά θυμάται ένα εξώφυλλο της αμερικανικής Vogue με τις πρωταγωνίστριες της ταινίας Nine. «Οι άνθρωποι κάνουν αυτά τα πράγματα και αλλάζουν. Είδα την Νικόλ Κίντμαν στο εξώφυλλο της Vogue, και τρόμαξα. Ακόμη και η Σοφία Λόρεν ήταν υπέροχη, αλλά η Κίντμαν δεν έχει πια το πρόσωπο της. Πώς τα κάνουν αυτά τα λίφτινγκ στα πρόσωπα τους; »

Ο Μανόλο Μπλάνικ αστειεύεται τώρα με την φωτογράφο μας. «Σας παρακαλώ πολύ να με «φτιάξετε». Βάλτε με στο photo shop. Eίμαι τόσο κουρασμένος. Αλλάξτε μου το κεφάλι». Δεν το εννοεί φυσικά. Ξέρει να στήνεται υπέροχα στον φακό, θαυμάζει την Ακρόπολη, μιλάει για το Μουσείο της Ακρόπολης («σου κόβει την ανάσα»), γίνεται έξαλλος με τις πολυκατοικίες που βλέπει τριγύρω στο Σύνταγμα. «Δεν είμαι βίαιος σαν άνθρωπος. Αλλά αν μπορούσα θα έβαζα βόμβα».

Έχει πλάκα όταν εκρήγνυται. Έχει δική του προφορά, είναι μισός Τσέχος, μισό Ισπανός. Πηγαίνει στην εκκλησία. Όταν βρίσκεται στη Ρώμη (για δουλειά) πηγαίνει σε όλες τις εκκλησίες. Παρατηρεί τον κόσμο στον δρόμο. Αν σιχαίνεται κάτι; «Τις πλατφόρμες. Τις βρίσκω αποκρουστικές. Ή τα άλλα που βγαίνει το νύχι μπροστά. Μου αρέσουν οι πλατφόρμες με τα μακριά φορέματα, όπως τις φορούσαν οι γυναίκες στη δεκαετία του '70. Δεν φαινόντουσαν. Ήσουνα πανύψηλη. Περπατούσες περίεργα. Αλλά τώρα με τις κοντές φούστες...»

Έχει να πάει διακοπές 20 χρόνια. Υπογράφει παπούτσια σαν συγγραφέας. Στο παρελθόν μία κυρία του ζήτησε να υπογράψει στο πόδι της. Δυο ώρες μετά επέστρεψε με τατουάζ. Στην Αμερική, ειδικά μετά την επιτυχία του «Sex and the city», θεωρείται τόσο διάσημος, όπως και η Μαντόνα. Όμως για εκείνον κάτι τέτοιο δεν αποτέλεσε ποτέ στοίχημα ζωής. «Δεν είμαι σταρ του σινεμά, ούτε ποδοσφαιριστής. Κάνω απλώς αυτό που ξέρω. Αν πουλήσω, έχει καλώς. Αν όχι, θα προσπαθήσω να κάνω κάτι γι’αυτό». 

Όταν μιλάς με τον Μανόλο Μπλάνικ, δεν υπάρχουν ερωτήσεις και απαντήσεις. Γίνεται κουβέντα που ανοίγει διαρκώς παράθυρα. Έτσι μόνο μπορεί να γραφτεί μια συνέντευξη για τον διασημότερο (ίσως) σχεδιαστή παπουτσιών στον κόσμο. Με λέξεις-κλειδιά και λογοκρισία στις λέξεις για να μπορέσουν να χωρέσουν όλες οι ιστορίες από τα ταξίδια, το χθες, τις συναντήσεις, τις αγωνίες, την καθημερινότητα. 

Η μόδα. «Μου αρέσει η μόδα. Αλλιώς δεν θα ήμουνα εδώ. Αλλά μου αρέσει να αλλάζω τα υλικά, την δομή, την τεχνολογία που είναι τόσο φανταστική τώρα. Μου αρέσει να πειραματίζομαι. Είναι κάτι που με εξιτάρει. Παραμένω παλιομοδίτης όμως.»

Το παπιγιόν. «Ζω σε μια περίοδο που δεν υπάρχει πια. Θυμάμαι την εποχή που ο Τενεσί Γουίλιαμς είχε έρθει στο Λονδίνο και ήμουνα καλεσμένος σε δείπνο. Δεν ήταν χαρούμενος με την εποχή επειδή δεν υπήρχαν καλοί τρόποι. Με ρώτησε γιατί φορούσα πάντα παπιγιόν. Κι εγώ του είπα: «Μα sir, είμαι υποδηματοποιός»». 

Το πρώτο σοκ. «Το παπούτσι χωρίς τακούνι. Ένα από τα αγαπημένα μου. Στην εποχή του κανείς δεν το κατάλαβε και τώρα όλοι το κάνουνε. Ήταν σοκ για μένα. Τώρα φωτογραφίζεται παντού. Δεν ξέρω γιατί αλλά τότε οι άνθρωποι δεν ήταν έτοιμοι. Ακόμη και αμερικανοί στυλίστες μου είχαν πει ότι δεν επρόκειτο να τα πουλήσω. Ο κόσμος θέλει ασφάλεια. Όμως ήταν ασφαλές. Θυμάμαι τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη. Στο ελληνικό θέατρο οι ηθοποιοί φορούσαν πάντα τεράστιους κοθόρνους. Λατρεύω την δύναμη που νιώθεις όταν φοράς ψηλά τακούνια. Αυτομάτως αλλάζεις τον τρόπο που περπατάς, πως νιώθεις. Είναι σαν θεατρική μεταμόρφωση».

Η προσγείωση. «Αγαπώ τα φλατ. Ευτυχώς που κι ο κόσμος τα αγοράζει. Δεν έχω σταματήσει ποτέ στην διαδρομή τόσων χρόνων να σχεδιάζω φλατ και μικρά τακούνια.»

Η αντιγραφή. «Τα σχέδια μου δεν κοπιάρονται. Ορισμένοι το κάνουν. Έχουν αυτή την τάση. Οι άνθρωποι στις σχολές, οι νέοι σχεδιαστές το κάνουν, λένε εμπνέομαι από τον Αλεξάντερ ΜακΚουίν. Εγώ διδάσκω στο Royal College of Art και όταν μου λένε το ίδιο, τους λέω «κάντε κάτι που να είστε εσείς». Τους είχα πει να εμπνευστούν από τον ήλιο του Λουκίνο Βισκόντι. Το φως. Κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν. τους είπα να ψάξουν στο Ίντερνετ. Είκοσι κορίτσια και αγόρια έφτιαξαν απίστευτα ντοκιμαντέρ. Πρέπει να τους δώσω τώρα ένα ελληνικό θέμα, να ασχοληθούν με την Κατίνα Παξινού». 

Η άγνοια. «Τα νέα παιδιά πρέπει να μάθουν. Δεν ξέρουν τίποτα. Ξέρουν τι συμβαίνει μόνο στο MTV. Οι νέες γενιές δασκάλων δεν ενδιαφέρονται πια. Αυτή είναι η εντύπωση που έχω χωρίς να θέλω να προσβάλω κανέναν. Λουκίνο Βισκόντι, Κατίνα Παξινού, τι λέμε τώρα; Μελίνα Μερκούρη, το είδωλο μου... Ξέρουν όμως ποιος είναι ο απόφοιτος ριάλιτι...»

Το παρελθόν. «Το παρελθόν είναι τόσο σημαντικό. Κάποιος ρώτησε τον Βισκόντι γιατί κάνει πάντα ταινίες εποχής. Κι εκείνος είπε ότι δεν ήταν αλήθεια, έκανε και μοντέρνα φιλμ. Αλλά στο μυαλό όλων υπάρχει ο Γατόπαρδος. Κι εγώ θα πεθάνω με αυτές τις εικόνες. Ο Βισκόντι είπε ότι χωρίς το παρελθόν δεν υπάρχει παρόν... Θέλω να χαράξω αυτή την φράση στο μυαλό μου. Οι σπουδαστές δεν ήξεραν ούτε τον Μιχάλη Κακογιάννη... Σοκάρομαι. Είναι τόσο λυπηρό.»

Το ψέμα. «Συνήθιζα να θυμώνω αλλά τώρα αδιαφορώ. Στην Κίνα έχουμε στείλει παντού μηνύσεις. Υπάρχουν παντού καταστήματα Μανόλο Μπλάνικ. Είναι απίστευτο. Εχουμε τόσους δικηγόρους που το κοιτάνε αλλά δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Στην Ισπανία υπάρχει μια εταιρία που λέγεται Μανόλος. Πολεμάμε πέντε χρόνια, έχουμε πολύ καλούς δικηγόρους, πληρώνουμε περιουσίες. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Ο κόσμος ξέρει. Ακόμη κι εγώ στο Χονγκ Κονγκ μπορεί καμιά φορά να ξεγελαστώ. Τώρα νομίζω ότι είναι κωμικό. Κάποιος άλλος βγάζει χρήματα, όχι εγώ. Αλλά έτσι έχουν τα πράγματα. Δεν μπορείς να το αποφύγεις».

Το star system. «Δεν με ενδιαφέρουν οι διασημότητες. Ακολουθούν σαν πρόβατα όλους τους άλλους. Μιμούνται. Δεν έχουν δικό τους στιλ. Μα τι κάνουν αυτοί οι σταρ; Ποιοι είναι; Από που ήρθαν; Από κάποιο τηλεοπτικό πρόγραμμα. Στην εποχή μου, η Τζούλι Κρίστι, η Μπριζίτ Μπαρντό, ο Αλμπέρ Καμύ, έκαναν πράγματα. Τώρα φοράνε ένα μικρό φόρεμα και κάνουν ό,τι όλοι οι άλλοι. Δεν μου αρέσει αυτό. Δεν με ενδιαφέρει η κουλτούρα των celebrities. Συγχωρήστε με. Δεν θα έπρεπε να το λέω αυτό γιατί θα χάσω πολλούς πελάτες... Και τι έγινε όμως;»

Η πελατεία. «Πριν από την Αθήνα, ήμουνα στο Ντουμπάι. Ήρθε ένας κύριος με τη βερμούδα του, μου ζήτησε συγνώμη για την αμφίεση του. «Θέλω να αγοράσω παπούτσια για τις συζύγους μου», μου είπε. Τον ρώτησα πόσες ήταν και μου είπε «πέντε». Αγόρασε το ίδιο ζευγάρι παπούτσια και για τις πέντε. Ευτυχώς που που είχαν όλα τα νούμερα. Από 35½ μέχρι 40. Τον ρώτησα: «θέλετε να τα υπογράψω όλα;» Και μου είπε: «όχι, μόνο ένα, για την βασική μου». Συγκινήθηκα. Του είπα: «Μα τι κάνετε με πέντε συζύγους;» Θα ήμουνα εξαντλημένος.»

Η ζωή σε ταινία. «Αν ήταν να με παίξει κάποιος στο σινεμά θα ήθελα να το έκανε ο Daniel Day Lewis. Αν και είναι μάλλον βαρετή η ζωή μου για σενάριο. Έχω στιγμές. Στιγμές που γνώρισα υπέροχους ανθρώπους. Όμως είμαι αξιολύπητος. Περιφρουρώ την μοναξιά μου. Είναι η μόνη πολυτέλεια που έχω. Δεν είναι φρικτό που το λέω; Διαφορετικά η εικόνα γίνεται θολή. Ευτυχώς που έχω την αδερφή μου και δουλεύουμε μαζί. Αυτή είναι η οικογένεια μου. Και οι άνθρωποι που δουλεύουμε μαζί. Αυτό είναι όλο».  

Comment

Jean-Marc Loubier: «Θα έρθει μια μέρα που όλα τα ρούχα θα μοιάζουν ίδια»

February 9, 2015 Sandy Tsantaki

Με τον Jean-Marc Loubier είχαμε ξαναμιλήσει ενώ ακόμη ήταν γενικός διευθυντής του Louis Vuitton. Στο Παρίσι. Όταν ξαναβρεθήκαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό στην Αθήνα για να δούμε τι άλλαξε, αν άλλαξε κάτι ως Πρόεδρος του οίκου Celine, δεν θα μπορούσα να έχω προβλέψει ότι μια μέρα θα γινόταν CEO στον οίκο Escada, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα... 

Ακόμη δεν έχω καταλάβει πως ξύπνησε η Ωραία Κοιμωμένη, η Celine στην προκειμένη περίπτωση, ούτε πως γεννήθηκε το μικρό ελεφαντάκι ως σύμβολο του οίκου. Σα να διαβάζει τη σκέψη μου, ο Jean-Marc Loubier, μου λέει: «Μπορεί να άλλαξε το προϊόν και το θέμα της συζήτησης αλλά οι βασικοί παράμετροι παραμένουν οι ίδιοι: Γαλλία, Ελλάδα, πολυτέλεια, αποπλάνηση». 

«Πρέπει να εφευρίσκεις διαρκώς κάτι καινούργιο, να ξαφνιάζεις πρώτα τον εαυτό σου και μετά τον κόσμο. Γι’αυτό και όσο κι αν ακούγεται εκκεντρική σαν άποψη, δεν πρέπει ποτέ να ακούς τον κόσμο. Πρέπει πρώτα να ακολουθείς το ένστικτο σου και ύστερα να εισπράττεις το χειροκρότημα ή την απόρριψη. Αν κάνουμε μόνο ότι περιμένει το κοινό μας, τότε θα πεθάνουμε το επόμενο απόγευμα. Αν παρουσιάζουμε ότι δεν θέλουν να δουν, ίσως πεθάνουμε απόψε. Πρέπει να το ρισκάρουμε.»

Ρισκάρω σημαίνει πρωτοτυπώ, δεν ανακυκλώνω και δεν νομίζω ότι υπάρχουν πλέον πολλά περιθώρια για επαναστάσεις. «Σίγουρα είναι δύσκολο. Όμως η ανακύκληση αποτελεί κομμάτι της ζωής, στοίχημα της μόδας. Δεν πρέπει να επαναπαύεσαι όπου είσαι καλός, πρέπει να γίνεσαι καλύτερος, να επενδύεις σε όλα, αν είσαι πετυχημένος στο πρετ-α-πορτέ, θα πρέπει να πετύχεις το ίδιο και στα αξεσουάρ. Αν βεβαίως ανακυκλώνεις μόνο, τότε θυσιάζεις την ενέργεια και την έκπληξη απέναντι στο καινούργιο. Όμως δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Η μόδα δεν θα θεωρηθεί ποτέ τέχνη». 

Κι όμως η υψηλή ραπτική μπορεί να αποτελέσει μία εναλλακτική μορφή τέχνης, έστω και διαφορετική, ένα installation που θα διεκδικούσε μία θέση στο Λούβρο, ή ακόμη καλύτερα στο Μουσείο Μόδας του Λούβρου. «Όταν είσαι καλλιτέχνης, παρουσιάζεις τη δουλειά σου σε μια γκαλερί. Όταν είσαι στη μόδα, έρχεσαι αντιμέτωπος καθημερινά με προϊόντα. Ακόμη και η haute couture είναι «art decoratif», εφαρμοσμένη τέχνη κι αυτό γιατί οι άνθρωποι αγοράζουν το προϊόν σου, το οποίο, πρέπει να είναι στα μέτρα τους, στις διαστάσεις που το θέλουν». 

Ευκαιρία να τον ρωτήσω πως νιώθει για τις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις της μόδας. «Αυτός είναι ο μεγαλύτερος μου φόβος. Ότι θα έρθει μια μέρα που όλα τα ρούχα θα μοιάζουν ίδια, θα είναι χωρίς ταυτότητα». 

Κι όμως οι αντίπαλοι παραμονεύουν. Προκαλώ τον Jean-Marc Loubier σε ένα τεστ αλήθειας. «Κάθε έξι μήνες πρέπει να αφηγηθούμε μια ιστορία. Να εξελιχτούμε ακόμη περισσότερο. Αν σκεφτείς με ποιους έχουμε να αναμετρηθούμε, βλέπεις ότι πρέπει να βάλουμε τα δυνατά μας και πολλές φορές ακόμη κι αυτό δεν είναι αρκετό». 

Με λίγη βοήθεια από τις διάσημες φίλες μας; «Αν είναι επειδή το θέλουν, αν είναι αληθινές και αφοσιωμένες πελάτισσες, τότε ναι» μου απαντά με ειλικρίνεια και λίγο ενοχλημένος όταν τον ρωτάω αν βοηθάει στις πωλήσεις και στο prestige του οίκου η λαμπερή «πελατεία» και ονόματα, όπως Κατρίν Ντενέβ, Κιάρα Μαστρογιάννι, Ρενέ Ρούσο, Σάρον Στόουν, Γκουίνεθ Πάλτροου, Αντζέλικα Χιούστον, Κρίστιν Σκοτ-Τόμας… «Η Ρενέ Ρούσο για παράδειγμα ήρθε και μας βρήκε χωρίς καν να το περιμένουμε. Δεν νιώσαμε ποτέ την ανάγκη να παραθέσουμε ονόματα για να πουλήσουμε την επωνυμία μας».  

Και η επόμενη μέρα; «Πρέπει να λέμε διαρκώς ότι πάμε καλά αλλά ότι πρέπει να πάμε ακόμη καλύτερα. Να είμαστε ανήσυχοι. Ο μεγαλύτερος μου φόβος είναι ότι μπορεί να έρθει μια μέρα που δεν θα νιώθουμε περιέργεια για ό,τι κάνουμε».

Comment

Μίνωας Μάτσας: «Αν μου ζητούσαν να κάνω μουσική για ένα πορνό θα έλεγα όχι»

January 30, 2015 Sandy Tsantaki

«Το πιο σημαντικό είναι να αναγνωρίζουν ότι στη μουσική που ακούνε είμαι εγώ. Και ποιος είμαι εγώ; Έλληνας, εβραίος σεφαραδίτης με ρίζες από τα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη και τη Σμύρνη που ζω στο Λος Άντζελες….» Ο Μίνωας Μάτσας έχει απόλυτη επίγνωση των παράδοξων της ιστορίας του. Και την αφηγείται με τρόπο γλαφυρό και ακομπλεξάριστο. Βραβευμένος από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, δημιουργεί παράλληλα τελείως διαφορετικά πρότζεκτ, με έδρα του την Αμερική. Αφορμή η ταινία «Σκλάβοι στα δεσμά τους» για να μιλήσουμε με τον Μίνωα Μάτσα και ...εγγονό. Για να μάθουμε ότι ετοιμάζει τη μουσική για δύο ντοκιμαντέρ, ένα για την Ελλάδα και ένα για την Αμερική, «το πρώτο για «τα κρυμμένα παιδιά» -παιδιά από εβραϊκές οικογένειες που σώθηκαν στην κατοχή απο ελληνικές οικογένειες, με άλλα ονόματα και ψεύτικα διαβατήρια» και το δεύτερο «για τον Stan Lee, τον θρυλικό animator που σχεδίασε τους χαρακτήρες των Spider Man, Iron Man, X-Men». Μουσική παρακαλώ...

- Σε πόσο χρονικό διάστημα γράψατε τη μουσική για την ταινία «Σκλάβοι στα δεσμά τους»; Ποιά ήταν τα δεδομένα που έπρεπε να γνωρίζετε για να εμπνευστείτε;

- Η ταινία ξεκινάει όταν ο Τώνη Λυκουρέσης μου έστειλε την αρχική εκδοχή του σεναρίου. Εντυπωσιάστηκα από την εποχή και το περιεχόμενο του έργου, διάβασα το βιβλίο του Θεοτόκη, τα καλοκαίρια που ερχόμουν στην Αθήνα συναντιόμασταν με τον Τώνη και με ενημέρωνε για την πορεία της ταινίας… Απαραίτητη προϋπόθεση η χημεία. Όπως μου είχε πει και ο Κώστας Γαβράς (όταν έγραφα τη μουσική για το “Τhe Parthenon” που παρουσιάστηκε στη Μetropolitan Opera στη Νέα Υόρκη) ο διευθυντής φωτογραφίας και ο συνθέτης είναι οι πιο πολύτιμοι συνεργάτες του. Από την αρχή μου είπε πως δεν θέλει μουσική εποχής, αλλά αντίθετα θα ήθελε μια σύγχρονη άποψη. Αυτό μου έλυσε τα χέρια να εκφραστώ ελεύθερα χωρίς να πρέπει να μιμηθώ κάποιο στιλ. 

- Πώς νιώσατε όταν μάθατε ότι βραβευτήκατε; Τι σημαίνει ένα χρηματικό έπαθλο για έναν δημιουργό; 

- Χάρηκα όταν το έμαθα, γιατί ήταν κάτι αναπάντεχο. Όσο για τα βραβεία είμαι επιφυλακτικός. Ποτέ δεν θα κρίνω μια μουσική ή κάτι άλλο γιατί έχει βραβευτεί. Και το χρηματικό έπαθλο είναι σημαντικό. Όπως θα ξέρετε η πειρατεία και το –δε βαριέσαι downloading- κυβερνάει παντού. Άρα το χρηματικό μέρος μετράει. 

- Έχετε επιλέξει να ζείτε στο Λος Αντζελες. Ποιό είναι το προσωπικό σας στοίχημα και τι είναι αυτό που δεν σας κράτησε στη γενέτειρα σας;

- Το 2000 αποφάσισα να συνεχίσω τη μαθητεία μου στη μουσική στο Juilliard, στη Νέα Υόρκη. Από τότε κύλησαν όλα σχεδόν μόνα τους. Δηλαδή το 2002 και ενώ θα γύριζα στην Αθήνα, έκανα κάποια επαγγελματικά ραντεβού στο Λος Άντζελες και αισθάνθηκα ότι θέλω να ζήσω εκεί. Μετακόμισα στην…άγρια δύση. Όσο δύσκολη κι αν είναι αυτή η πόλη, όσο ανταγωνιστική και σκληρή, εδώ μου δίνεται η ευκαιρία να συνεργάζομαι με ανθρώπους απ’όλο τον κόσμο, να ανοίγω τους μουσικούς ορίζοντες μου. Το μόνο στοίχημα που έχω βάλει είναι να γίνομαι καλύτερος, σε πολλά επίπεδα, όχι μόνο στη μουσική. Γιατί δεν μπορώ να βρίζομαι με τους ταξιτζήδες, να παρκάρω όπου να’ναι, να βγάζω τον σκύλο μου βόλτα και να τα κάνει όπου θέλει, να καπνίζω διπλα στον άλλον που δεν γουστάρει... Η τεχνολογία σήμερα μας δίνει τη δυνατότητα να είμαστε παντού και πουθενά. Έτσι λοιπόν έπαψε να με βασανίζει το που πρέπει να μένω. Ευτυχώς η δουλειά μου με πηγαίνει όπου θέλει αυτή. 

- Κουβαλάτε ένα όνομα που αποτελεί συνώνυμο της ελληνικής δισκογραφίας. Πώς δεν επιλέξατε να γράψετε μουσική για τους σύγχρονους Έλληνες καλλιτέχνες και προτιμήσατε έναν σίγουρα λιγότερο εμπορικό δρόμο σε μια τεράστια αγορά;

- Είναι αλήθεια ότι μεγάλωσα μέσα στην ελληνική δισκογραφία. Ο πατέρας μου με έπαιρνε απο πιτσιρίκι στο στούντιο και μόλις που έφτανα να δω τι γίνεται πίσω απο το τζάμι. Σήκωνα λοιπόν τις μύτες των ποδιών μου και έβλεπα να διευθύνει ενας πανήψηλος άνθρωπος με μαύρα, -ο Θεοδωράκης- ή άκουγα τον Χατζιδάκι να εξηγεί στους μουσικούς πως να παίξουν και αργότερα να λέει ανέκδοτα ...Ή τον Λοϊζο που ερχόταν στο σπίτι τις Κυριακές να φάει μαζί μας. Χρωστάω λοιπόν ένα μεγάλο ευχαριστώ στον πατέρα μου που με “εξέθεσε” σε όλους αυτούς τους ταλαντούχους και χαρισματικούς συνθέτες, σε όλες αυτές τις εξαίσιες μουσικές και τα λόγια των ποιητών. Πώς να μην αγαπήσω το τραγούδι; Έτσι, πολύ πριν σπουδάσω την “επίσημη” μουσική έγραφα τραγούδια. Έχω κάνει τραγούδια με τον Νταλάρα, την Αλεξίου, τη Λεονάρδου,τον Μαχαιρίτσα, τη Μόραλη, τον Θωμαϊδη και άλλους. 

- Σε τι θα λέγατε όχι; Σε ποιους σκηνοθέτες θα λέγατε αμέσως ναι; 

- Σκηνοθέτες που θα ήθελα να συνεργαστώ…. Cohen brothers, Danny Boyle, Sam Mendes, Pedro Almodovar κι απο Έλληνες Καραμαγγιώλης, Βούλγαρης, Χαραλαμπίδης… Αν και κάθε περίπτωση τη βλέπω σαν πρόκληση, αλλά και σαν ένα κίνητρο να εκφράσω μουσικά κάτι, αν μου ζητούσαν να κάνω μουσική για ένα πορνό θα έλεγα όχι. Όχι απο ηθικής βέβαια άποψης αλλά γιατί μάλλον δεν θα ήξερα τι να γράψω! Επίσης όχι θα έλεγα σε μια δουλειά πρόχειρη, χωρίς σενάριο και πολύ δήθεν… Οι διαφημίσεις πάλι έχουν πλάκα. Έχω πειραματιστεί και σ’αυτές μερικές φορές. Είναι σαν μικρού μήκους ταινίες, με αρχή, μέση, τέλος και πρέπει ό,τι έχεις να πεις να το πεις σε 30 δευτερόλεπτα. Είιναι επίσης υψηλή τέχνη να το κάνεις πετυχημένα. Και αρκετά προσοδοφόρα!

Comment
← Newer Posts Older Posts →
 
 

Powered by Squarespace